Βουλευτές του πολιτικού κόμματος «Λαϊκός Σύνδεσμος – Χρυσή Αυγή»
H εγκληματική οργάνωση της παραγράφου 1 του άρθρου 187 του Ποινικού Κώδικος μπορεί πράγματι να (συν)διευθύνεται υπό πλειόνων και μάλιστα «μελών της» κατά την έννοια και το σκοπό του νόμου;
Παρ’ ότι «η ανάκριση γίνεται πάντοτε εγγράφως και χωρίς δημοσιότητα», συμφώνως προς το άρθρο 241 του Κώδικος Ποινικής Δικονομίας, δυστυχώς διέρρευσε και αναγιγνώσκει κανείς στον ημερήσιο τύπο και παρακαλουθεί στα βραδινά δελτία των «ειδήσεων», κρατούντα και κρατούμενα επί το πλείστον από λεξιπένητες δημοσιογράφους στον ιδιαιτέρως επικίνδυνο και επιβλαβή για τη χρηστή απονομή της ποινικής δικαιοσύνης ρόλο των τηλεεισαγγελέων και τηλεδικαστών – μεταξύ των οποίων ξεχωρίζει, ως έχουσα προνομιακή (πράγματι ή υποτιθεμένη) πρόσβαση σε πληροφορίες «δικαστικού ρεπορτάζ» από «ανώτατες δικαστικές και εισαγγελικές πηγές», αλλά και για επιδαψίλευση επαίνων (ή ψόγων) σε εισαγγελείς και δικαστές, γυναίκα δημοσιογράφος μεγάλου τηλεοπτικού σταθμού, σύζυγος δικηγόρου – ότι ο ορισμένος για την ενέργεια κυρίας ανακρίσεως ειδικώς «για κακουργήματα που διαπράττουν βουλευτές κατά τη διάρκεια της θητείας τους, εφ’ όσον υπάγονται στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα του Τριμελούς Εφετείου» Ανακριτής (των άρθρων 1 περ. α’ και 2 παρ. 2 του νόμου 4022/3.6.2011 περί εκδικάσεως πράξεων διαφθοράς πολιτικών και κρατικών αξιωματούχων, υποθέσεων μεγάλου κοινωνικού ενδιαφέροντος και μείζονος δημοσίου συμφέροντος κλπ.) αποδίδει όχι μόνο στον αρχηγό αλλά και στους λοιπούς ήδη διωκομένους και σε τρεις, μέχρι στιγμής, ακόμη βουλευτές του εν λόγω πολιτικού κόμματος, για τους οποίους αιτείται αδείας ποινικής διώξεώς τους από τη Βουλή, τόσον «ένταξη σε εγκληματική οργάνωση», δηλαδή την ιδιότητα του μέλους εγκληματικής οργανώσεως, προβλεπομένη και τιμωρουμένη με κάθειρξη έως δέκα ετών, όσον και το βαρύτερο κακούργημα της «διευθύνσεως εγκληματικής οργανώσεως», προβλεπόμενο και τιμωρούμενο από την παράγραφο 3 του άρθρου 187 του Ποινικού Κώδικος με κάθειρξη τουλάχιστον δέκα έως είκοσι ετών.
Εκτός από την πρόδηλη αντίφαση να συλλαμβάνονται επ’ αυτοφώρω άνευ αδείας της Βουλής και άνευ ειδικώς και εμπεριστατωμένως αιτιολογημένου δικαστικού εντάλματος και να διώκονται βουλευτές για το υποτιθέμενο «διαρκές και αυτόφωρο κακούργημα» της εντάξεως σε εγκληματική οργάνωση (ιδ. περί της αντισυνταγματικότητος και του παρανόμου των συλλήψεων και της ποινικής διώξεώς τους τις από 8.10.2013 απόψεις μας), και να τούς απαγγέλλεται κατηγορία και να λαμβάνονται οι απολογίες τους υπό του άνω Ανακριτού, και ο ίδιος Ανακριτής, παρ’ όλα αυτά, για την ιδία εγκληματική οργάνωση και την ιδία πράξη (την «ένταξη» σε αυτή), την οποία εδέχθη ήδη ως διαρκή και συνεπώς αυτόφωρη, και για άλλους βουλευτές του ιδίου κόμματος να αιτείται αδείας ποινικής διώξεώς τους από τη Βουλή (επειδή δεν πρόκειται, κατ’ εξαίρεση, αυτόφωρο κακούργημα!) – αντίφαση η οποία από μόνη της (ανά και κατά)δεικνύει την αντισυνταγματικότητα των επ’ αυτοφώρω, δήθεν, συλλήψεων και των ποινικών διώξεων των ήδη κατηγορουμένων βουλευτών, εμβάλλουσα σε σοβαρές σκέψεις ως προς τη λειτουργική ανεξαρτησία και ανθεκτικότητα των επιληφθέντων εισαγγελικών και δικαστικών λειτουργών έναντι της εκτελεστικής λειτουργίας (αλλά και έναντι της λειτουργίας και των κραυγών του τύπου !) –, παρατηρούμε ότι στα ίδια πρόσωπα προσάπτεται ταυτοχρόνως η ιδιότητα του μέλους και η ιδιότητα του (συν)αρχηγού της προκειμένης, φερομένης ως εγκληματικής οργανώσεως, οι οποίες από τη φύση του πράγματος είναι εξ αντικειμένου αντιφατικές και ασυμβίβαστες μεταξύ τους, ανεξαρτήτως των στοιχείων της περί ής πρόκειται δικογραφίας, εφ’ όσον «διευθύνω εγκληματική οργάνωση» σημαίνει λογικώς και εμπειρικώς «δίδω ως αρχηγός υποχρεωτικές και δεσμευτικές εντολές και οδηγίες και απαιτώ, επιβάλλω και εποπτεύω την εκτέλεσή τους για την επίτευξη του σκοπού ή των σκοπών της εγκληματικής οργανώσεως», ενώ «είμαι μέλος εγκληματικής οργανώσεως» σημαίνει αναγκαίως «δέχομαι, υποχρεούμαι και αναλαμβάνω ως ένα εκ των μελών της να εκτελέσω υποχρεωτικές και δεσμευτικές εντολές και οδηγίες για την επίτευξη του σκοπού ή των σκοπών της».
Τί υποκρύπτει και τί σκοπεί η αντιφατική και νομικώς αβάσιμη σώρευση και απαγγελία της κατηγορίας περί διευθύνσεως εγκληματικής οργανώσεως ; Φρονούμε την επαύξηση του αξιοποίνου των πράξεων και την επίταση της ευθύνης απάντων των βουλευτών του συγκεκριμένου κόμματος, ώστε να διευχερανθεί η προσωρινή τους κράτηση. Και τούτο διότι εάν εκατηγορούντο μόνο για ένταξη σε εγκληματική οργάνωση, δε θα μπορούσαν κατά το άρθρο 282 παράγραφοι 1 και 3 του ιδίου Κώδικος να κρατηθούν προσωρινώς παρά μόνον εάν, εκτός από την ύπαρξη σοβαρών ενδείξεων ενοχής τους, δεν είχαν γνωστή διαμονή στη χώρα ή είχαν ήδη κάνει προπαρασκευαστικές ενέργειες για τη διευκολύνουν τη φυγή τους, ή κατά το παρελθόν υπήρξαν φυγόποινοι ή φυγόδικοι ή αποδράσαντες κρατούμενοι και εκ τούτων προέκυπτε (ειδικώς αιτιολογημένος) κίνδυνος φυγής τους, ή είχαν ήδη καταδικαστεί αμετακλήτως για ομοειδείς αξιόποινες πράξεις, εκ των οποίων προέκυπτε (ειδικώς αιτιολογημένος) κίνδυνος διαπράξεως και άλλων (νέων) εγκλημάτων ∙ ειδικές προϋποθέσεις που πιθανότατα, στην προκειμένη περίπτωση, δεν επληρούντο.
Αντιθέτως, προκειμένης διευθύνσεως εγκληματικής οργανώσεως, «απειλουμένης στο νόμο με πρόσκαιρη κάθειρξη με ανώτατο όριο τα είκοσι έτη» κατά τη διατύπωση της παραγράφου 3 του άρθρου 282, προσωρινή κράτηση μπορεί να επιβληθεί και όταν απλώς (και πράγματι συνήθως αναιτιολογήτως και αδικαιολογήτως) καταφάσκεται ότι «με βάση τα συγκεκριμένα ιδιαιτέρα χαρακτηριστικά της πράξης, κρίνεται αιτιολογημένα ότι, αν αφεθεί ελεύθερος, είναι πολύ πιθανό να διαπράξει και άλλα εγκλήματα.»
Οι προσωρινές κρατήσεις βουλευτών του εν λόγω κόμματος δύνανται να υποκρύπτουν (και να διευχεραίνουν) απώτερες (πολιτικές) επιδιώξεις εν τη προόψει των επικειμένων εκλογών (δημοτικών, ευρωπαϊκου κοινοβουλίου, βουλευτικών); Ο μέσος αναγνώστης οφείλει, επί τη βάσει των προεκτεθέντων, να απαντήσει : οπωσδήποτε διευκολύνουν το έργο των πολιτικών τους αντιπάλων !