Βουλευτές του πολιτικού κόμματος «Λαϊκός Σύνδεσμος – Χρυσή Αυγή»

Η εγκληματική οργάνωση είναι διαρκές κακούργημα δυνάμενο να καταληφθεί, τελούμενο υπό βουλευτού διαρκούσης της βουλευτικής περιόδου, επ’ αυτοφώρω άνευ αδείας της Βουλής και άνευ ειδικώς και εμπεριστατωμένως αιτιολογημένου δικαστικού εντάλματος, κατά την έννοια των άρθρων 62 εδάφιο τελευταίο και 6 παράγραφοι 1 και 2 του Συντάγματος;

Συμφώνως προς το άρθρο 62 του Συντάγματος, διαρκούσης της βουλευτικής περιόδου, βουλευτής δε διώκεται, ουδέ συλλαμβάνεται, φυλακίζεται, ουδ’ άλλως πώς περιορίζεται, άνευ αδείας του Σώματος. Άδεια δεν απαιτείται διά τα επ’ αυτοφώρω κακουργήματα.

Κατά την κρατούσα άποψη στη νομολογία, με την οποία δε συμφωνούμε, η συγκρότηση εγκληματικής οργανώσεως, δηλαδή δομημένης και με διαρκή δράση ομάδος τριών ή περισσοτέρων προσώπων, σκοπούσης τη διάπραξη περισσοτέρων κακουργημάτων, προβλεπομένων περιοριστικώς από τη διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 187 του Ποινικού Κώδικος, είναι στιγμιαίο έγκλημα, ενώ η ένταξη «σε ήδη δομημένη εγκληματική ομάδα νέων μελών» διαρκές και επομένως αυτόφωρο (ιδ. αντί άλλων Αρείου Πάγου 48/2006, 33/2006, 402/2004, 615/2003, 265/2002, 87/2000, Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών 1081/2008, Συμβουλίου Εφετών Θράκης 144/2008 κ.ά.).

Ανεξαρτήτως του ότι και η έ ν τ α ξ η  άπαξ και επομένως στιγμιαίως μόνο, λογικώς και εμπειρικώς, (συν)τελείται – κάποιος δεν εντάσσεται διαρκώς αλλά κατά χρόνο ορισμένο και συγκεκριμένο σε ήδη δομημένη ομάδα άλλων ∙ άλλως δε μπορεί να θεωρηθεί εντεταγμένος αλλά διαρκώς εντασσόμενος σε αυτή - , ώστε μετά από την πάροδο ολοκλήρου της επομένης ημέρας από της εντάξεώς του η τελευταία να μη μπορεί ποτέ να θεωρηθεί αυτόφωρη κατά το άρθρο 242 παράγραφος 2 του Κώδικος Ποινικής Δικονομίας, για τη στοιχειοθέτησή της απαιτείται υποκειμενικώς, ως πρόσθετο στοιχείο ή περιστατικό του δόλου (υποκειμενικό στοιχείο του αδίκου), σκοπός διαπράξεως περισσοτέρων κακουργημάτων, με την έννοια ότι τα μέλη της εγκληματικής οργανώσεως απεφάσισαν και να συμμετάσχουν στην τέλεση των σκοπουμένων κακουργημάτων, ομοειδών ή ετεροειδών μεταξύ των, καθώς και να εσχημάτισαν προπαρασκευαστικές πράξεις για την τέλεσή τους, ο οποίος δε μπορεί και δεν πρέπει να εικάζεται αλλά να καταφάσκεται μετά βεβαιότητος (ιδ. Αρείου Πάγου ανωτέρω και 291/2009, 911/2008).

Τα παραπάνω, τα οποία ως προς το σκοπό διαπράξεως πλειόνων κακουργημάτων, απεριορίστου αριθμού, των ήδη συλληφθέντων και κατηγορουμένων (προσωρινώς κρατουμένων και μη) βουλευτών του κόμματος «Λαϊκός Σύνδεσμος – Χρυσή Αυγή», δε συμπεριλαμβάνονται στο λεγόμενο «πόρισμα» του Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου – η σύνταξη του οποίου σημειωτέον δεν προβλέπεται από τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας – βάσει του οποίου συνελήφθησαν επ’ αυτοφώρω (ως σ τ ι γ μ ι α ί ω ς εντεταγμένα ή δ ι α ρ κ ώ ς εντασσόμενα;) μέλη εγκληματικής οργανώσεως, σε συνδυασμό προς την εριζομένη ύπαρξη διαρκούς και δυναμένου να καταληφθεί επ’ αυτοφώρω κακουργήματος, δικαιολογούσαν και επέβαλλαν, κατά την κρίση μας, στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου την υποχρέωση να αιτηθεί αδείας της Βουλής για τη δίωξη κλπ. των εν λόγω βουλευτών, και στον μετέπειτα επιληφθέντα Ειδικό Ανακριτή των Πλημμελειοδικών Αθηνών να μην ενδώσει στην παραγγελία του Εισαγγελέως των Πλημμελειοδικών Αθηνών για την ενέργεια κυρίας ανακρίσεως, και να μην τούς απαγγείλει κατηγορία και να τούς αφήσει ελευθέρους έως ότου παρασχεθεί από τη Βουλή η απαιτουμένη άδεια ποινικής διώξεώς τους συμφώνως προς τις παραπάνω διατάξεις και το άρθρο 247 παράγραφος 1 του Κώδικος Ποινικής Δικονομίας.

Top